εἶμ᾽ ἕνας ἄθεος Ναζί, τὸ μῖσος μου
μεγάλο
ψάχνω σκουρόχρωμα χτικιὰ τὴ λύσσα μου νὰ βγάλω
Πάκια, Ἀβγάνια
καὶ Ῥομᾶ ἢ κι Ἕλληνες ἀκόμα
σιδηρογρόθι θὰ γευθοῦν καὶ θὰ μασήσουν χῶμα
μαυρειδερὸς ὅποιος βρεθῇ στὸ γκρίζο μου τὸ διάβα
θὰ τονὲ κάνω σόνικο μὲ
σκίνχεντ ἀπ᾽ τὴ Γκράβα
στοὺς δρόμους
παρελαύνουμε, γυαλίζουν τὰ κρανία
κι ὅποιον
στὰ μάτια μᾶς κυττᾷ βαρᾶμε μὲ μανία
μαζεύουν μάννες τὰ παιδιὰ σφαλίζουνε μπατζούρjα
ἀφίνουν
γέροι τὸ γκαφὲ καὶ φεύγουνε μὲ φούρjα
στοῦ
Γαλατσίου τὰ στενὰ ἀδειάζουνε
οἱ δρόμοι
σκορπίζουν γάτες καὶ σκυλιὰ κοἱ Ἀλβανοὶ ἀκόμη
φλεβῴδη μπράτσα φουσκωτὰ τεντώνουν τὰ μανίκια
μορφὲς σκληρὲς καὶ σκοτεινὲς ζητοῦν σουγιαδιλίκια
φριχτοὶ νταῆδες δίμετροι στὸ Χῖτλο ὡρκιζμένοι
μὲ βλέμμα
ἄψυχο, κενό, Φασίστες
ὠργιζμένοι
ὅλες οἱ τσοῦλες μᾶς κυττοῦν καὶ στάζουν τὰ μουνιά
τους
ποθοῦν τὶς ἅγιες
μας ψωλὲς μὲς τοὺς ῥοζέ τους πάτους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου